- δολομιτίωση
- Η μετατροπή ενός ασβεστολιθικού κυρίως πετρώματος σε δολομίτη. H δ. μπορεί να συντελεστεί με τρεις τρόπους: με αντικατάσταση του ανθρακικού ασβεστίου από ανθρακικό μαγνήσιο (μετασωμάτωση), που είναι και ο πιο συνηθισμένος τρόπος· με εμπλουτισμό του ασβεστόλιθου σε ανθρακικό μαγνήσιο· με απομάκρυνση και επομένως ελάττωση του ανθρακικού ασβεστίου, οπότε προκύπτει ένα σαθρό και κυψελώδες πέτρωμα. Η δ. συντελείται πιο εύκολα εκεί όπου τα νερά είναι πιο θερμά και πλούσια σε μαγνήσιο, γι’ αυτό και συμβαίνει συνήθως σε μικρά βάθη και σε περιυφαλώδεις περιοχές, και μάλιστα σε κοραλλιογενείς ασβεστολίθους. Όταν η δ. γίνεται αμέσως μετά την απόθεση των ασβεστολιθικών ιζημάτων μέσα στη θάλασσα, οι δ. που προκύπτουν ονομάζονται επιγενετικοί.
Dictionary of Greek. 2013.